29.9.07

Μεγάλη πόρτα θα περάσεις...

(copyright www.ntora.gr)

ένας δρόμος ανοίγεται μπροστά σου...δρόμος μακρύς, στενός...για τρεις μήνες, τρία χρόνια...






Σιγά μην είναι και τρία τέρμινα. Την πόρτα την έχω ήδη ανοίξει. Αλλά δεν έχω καμία όρεξη να δω τι έχει απο πίσω. Θέλω δε θέλω, βέβαια, θα το δω, αναλυτικά και με όλες του τις λεπτομέρειες, έχω πέντε μήνες στη διαθεσή μου. Αν καταφέρω να αποβάλω και αυτή την τάση μου για μελόδράμα και να δω τα πράγματα πιο αισιόδοξα θα είναι πολύ καλύτερα για όλους.

13.9.07

Ρόδι, κανείς;


Σαν ξημερώσει η μέρα

μη θυμηθείς,

λαβύρινθος η μνήμη

και θα χαθείς


Γιατί μερικές φορές ακόμα και οι υπέρμαχοι της μνήμης ζηλεύουν τα χρυσόψαρα. Και γιατί πολλές φορές τίποτα δεν είναι πιο λυτρωτικό απο έναν ύπνο. Ίσως και δυο.


Υ.Γ. Για τη μελοποιημένη εκδοχή των παραπάνω στίχων, πηγαίνετε εδώ


1.9.07

Ευγνωμοσύνη

Πώς είναι να αγκαλιάζεις ένα άψυχο αντικείμενο και αυτό να σε λυτρώνει; Να το χτυπάς, να το τεντώνεις, να νιώθεις τις άκρες των δακτύλων σου να σκληραίνουν. Να αισθάνεσαι οτι η τρύπα που έχει μπροστά τραβάει μέσα της όλη τη στεναχώρια, την πίκρα που σε περικυκλώνει. Πώς είναι ενα μάτσο ξύλα, σίδερα και νάυλον κλωστές ντυμένες με σύρμα να σου προσφέρει τέτοια κάθαρση;

Σοφή κίνηση τελικά εκείνη, δεκαοχτώ χρόνια πριν, τέτοιες μέρες. Όταν διάβηκε τη μεγάλη πόρτα, με τη φίλη της να της ρίχνει μερικούς πόντους. Μια παράλληλη διαδρομή που φέτος ενηλικιώνεται. Ένας σύνδεσμος που δεν έσπασαν ούτε η συμπεριφορά ανθρώπων γύρω της, ούτε το διάβασμα των πανελληνίων, ούτε οι υποχρεώσεις που ακολούθησαν. Μια σχέση που φιλοξένησε τις δυο απο τις τέσσερις φορές που έβαλε τα κλάματα, απ' όταν θυμάται τον εαυτό της.

Πώς να περιγράψει όλα αυτά που έχει ζήσει αυτά τα χρόνια; Την παίρνει στην αγκαλιά της και ξεχνιέται. Την κρατάει και όλα εξαφανίζονται. Κολλάει το αυτί της στην πλάτη της και αφουγκράζεται τους ήχους. Δεν τα πάει και τόσο καλά με τα λόγια. Αφήνει τις νότες να τα πουν για εκείνη: