29.3.08

Αναμνηστικό λεύκωμα, τάξη ΣΤ1

Πρώτη σελίδα, η φωτογραφία μου και τα στοιχεία μου. Όνομα, επώνυμο, διεύθυνση, τηλέφωνο, σχολείο. Από κάτω «Φιλοδοξίες μου», «Οι ευχές μου», «Αξέχαστες σχολικές μέρες (καλές ή κακές)», άπαντα κενά (δεν είχαμε χρόνο να ασχοληθούμε με αυτές τις χαζομάρες).

Γυρνάω φύλλο, αριστερά πάνω η ομαδική φωτογραφία του τμήματος. Από κάτω ονόματα και τηλέφωνα (σταθερά, βεβαίως). Από κάτω, σε ένα αστεράκι μέσα «Και μην ξεχάσεις τη συνάντησή μας, μετά από 4 χρόνια (1998) στις 2 Ιουνίου, στις 8μμ, στην είσοδο του σχολείου μας. Να είμαστε όλοι εκεί!!!» (κανείς δεν πήγε, κρίμα τα τρία θαυμαστικά – τώρα που το σκέφτομαι ίσως φταίει το ότι μέσα στη γενική αναμπουμπούλα εκείνη την ημέρα, ο καθένας σημείωσε άλλη ημερομηνία και ώρα στο λεύκωμά του)

Δεξιά η φωτο του δασκάλου, και από κάτω η «Ευχή» του. Τίποτα το ιδιαίτερο, να προοδέψετε, να προκόψετε, θέληση, σύνεση, ευγένεια, τόλμη και γενναιότητα (τα δυο τελευταία με κεφαλαία). Ξαναγυρνάω σελίδα, αριστερά η φωτο του σχολείου, δεξιά τα ονόματα του ΔΣ μπλα μπλα μπλα

…και τώρα αρχίζουν τα ωραία: στην επόμενη σελίδα έχω φτιάξει ένα σχεδιάγραμμα της τάξης μας, με ονόματα κιόλας. Τότε ήταν της μόδας να καθόμαστε σε ομάδες των έξι, δυο θρανία το ένα απέναντι από το άλλο, κολλητά, με ενωμένη τη μεγάλη πλευρά του κάθε θρανίου, και στη μια άκρη κολλητό ένα τρίτο θρανίο, κάθετο με αυτά (το τι στραβολαίμιασμα είχε πέσει, δεν το συζητώ). Στη δεξιά σελίδα αρχίζουν οι αφιερώσεις…


Αγαπημένη μου φίλη Ε., σου χαρίζω αυτό το ποίημα (βελάκι που δείχνει προς τα κάτω) Ένα αστέρι στο χέρι κρατώ για να στο δώσω για φυλαχτό είμαι φίλη σου να το θυμάσαι όπου κι αν πας όπου και να ‘σαι. Υπογραφή: Ι. (η καλύτερή μου φίλη, με την οποία μάλιστα διαδίδαμε ότι είμαστε μακρινά ξαδέρφια – βεβαίως και μας πίστευαν)


Ήσουν καλή φίλη . Θυμάμαι που μαλώσαμε και γι’ αυτό έκατσα με την Α. Δε θα σε ξεχάσω ποτέ. Είσαι καλή φίλη. Η φίλη σου, Τ.Κ. (έτερη καλή φίλη με την οποία όπως λέει είχαμε τσακωθεί και είχαμε αλλάξει θέσεις – μιλάμε για δραματικά γεγονότα)


Σου εύχομαι καλή πρόοδο στο νέο σου σχολείο και καλή πρόοδο. Ο φίλος σου Δ.Κ. (το άλλο φυτό της τάξης με το οποίο ήμασταν σε μόνιμο ανταγωνισμό, από τις πρώτες τάξεις του δημοτικού μέχρι και την έκτη – αυτός πήρε σημαία, εγώ όχι. Ευτυχώς πήγαμε σε διαφορετικά γυμνάσια / λύκεια)


Σου εύχομαι καλή πρόοδο, καλή αντάμωση και καλή επιτυχία στα μαθήματα. Πιστεύω να ξανασυναντηθούμε, ο φίλος σου Χ.Γ. (παιδί με αρκετά προβλήματα, με τον οποίο «σχεδόν» συναντηθήκαμε αρκετά χρόνια αργότερα. Πέθανε από καρκίνο στον εγκέφαλο τρία χρόνια πριν. Νιώθω ακόμα τύψεις για εκείνο το «σχεδόν»)


Ήσουν καλή φίλη και σου εύχομαι καλή επιτυχία, Τ. (wannabe boyfriend από την Τρίτη δημοτικού μέχρι και τα μέσα της Πέμπτης, όπου απογοητεύτηκε και τα ζήτησε από την καλύτερη μου φίλη. Ο ένας από τους δυο καλύτερους μου φίλους από το δημοτικό. Έχει να μου μιλήσει από τότε)


Σου εύχομαι καλό διάβασμα στο Γυμνάσιο, καλές διακοπές. Ήσουν αξέχαστη φίλη και ελπίζω να μη χαθούμε. Με αγάπη ο φίλος σου Σ (ο δεύτερος καλύτερος φίλος, με τον οποίο χαθήκαμε αλλά ξαναβρεθήκαμε στο φροντιστήριο στην Τρίτη Λυκείου)


Ύστερα απ όλα αυτά (και από άλλα πολλά που δεν τα γράφω διότι έχω μια υποψία ότι έγινα κουραστική) είναι να μην θες να οργανώσεις ένα reunion δημοτικού;


Έχω ήδη αρχίσει να μαζεύω τηλέφωνα και mails. Έχω μιλήσει με μερικούς, τώρα που βρήκα και το λεύκωμα με τα τηλέφωνα τίποτα τίποτα δε μας σταματά (οοοολεεε). Έχω σκεφτεί ακόμα και τι θα πω όταν τους δω


Είστε κομμάτι των καλύτερων αναμνήσεων που έχω ως άνθρωπος, από την αρχή της ζωής μου μέχρι τώρα. Αισθάνομαι τυχερή που σας γνώρισα και που ζήσαμε μαζί τα έξι εκείνα χρόνια. Σας ευχαριστώ

17.3.08

Συχνάζεις στα μικρά καφέ


Τέτοιες μέρες περίπου, ενα χρόνο πριν, ανακάλυψε αυτό το καφέ. Της είχε κινήσει το ενδιαφέρον έτσι όπως το έβλεπε απ' έξω - όταν μάλιστα μπήκε μέσα, της άρεσε περισσότερο. Είναι περίεργο το πώς μερικές φορές ένιωθε να ταυτίζεται με άψυχα αντικείμενα ή χώρους.

Καθώς άνοιγε ο καιρός, το καφέ άρχισε να βγάζει τα τραπεζάκια του έξω και έμοιαζε με κισσό που απλώνεται οριζοντίως, στους κυβόλιθους του πεζόδρομου. Σύντομα, έγινε κομμάτι της καθημερινότητάς της. Περνούσε πάντα απο εκεί, καθόταν για λίγο ή για πολύ, δοκίμαζε τις νέες γεύσεις καφέ, συζητούσε με τον μπάρμαν για το πώς φτιάχνεται το σωστό αφρόγαλα, διάλεγε ομπρελίτσες για τα κοκτέιλ. Μέχρι που ήρθε ο Σεπτέμβριος.

Το μικρό καφέ άρχισε να μεταμορφώνεται, με ένα τρόπο που της προκαλούσε τρόμο. Λες κι έβλεπε έναν άνθρωπο, γνωστό της, να αλλάζει πρόσωπο σιγά σιγά. Άρχισε να μην το καταλαβαίνει πια - λες και δεν ήταν πια το γνωστό της, μικρό μαγαζάκι, αλλά ένα άλλο, ξένο. Λες και είχε κάτσει στο εκκρεμές ενός ρολογιού. Πότε την πέταγε δεξιά, πότε αριστερά, ποτέ στο κέντρο.

Αισθάνθηκε σαν την πρώτη φορά που πήγε να μπει σε σούπερ μάρκετ με αυτόματες πόρτες. Πλησιάζε, οι πόρτες άνοιγαν. Καθυστερούσε να μπει, οι πόρτες πήγαιναν να κλείσουν. Καθώς προχώραγε προς τα μέσα, άνοιγαν πάλι. Προσπάθησε να μην το σκέφτεται άλλο, είπε στον εαυτό της οτι η σχέση αυτή περνούσε απλώς μια κρίση, ήταν κάτι το φυσιολογικό.

Εκείνη όμως συνέχιζε να μην καταλαβαίνει: όταν το χαρμάνι του αγαπημένου σου καφέ δεν είναι καλό, δε σταματάς να πίνεις. Απλώς περιμένεις την επόμενη σοδειά. Το καφέ όμως έμοιαζε να έχει ξεγράψει το ρόφημα αυτό απο το μενού του. Στις αρχές Οκτωβρίου αποφάσισε να μην ξαναπάει.

Είχε μείνει σταθερή στην απόφασή της, μέχρι τις αρχές αυτου του μήνα. Ξαφνικά, ασυνείδητα, άρχισε να ξανασκέφτεται το μικρό της μαγαζάκι. Άρχισε δειλά δειλά να περνάει απ' έξω. Μια φορά χαιρέτησε βιαστικά και τον μπάρμαν.

Πηγαίνοντας το βράδυ προς το σπίτι της, το βλέμμα της έπεσε σε μια αφίσσα κολλημένη σε μια κολώνα της δεη, σε ενα μέρος που το μόνο που φιλοξενούσε, χρόνια τώρα, ήταν ανακοινώσεις για κηδείες και μνημόσυνα. Κάτω απο τη λάμπα του δρόμου το χαρτί γυάλιζε περίεργα, εκείνη όμως μπόρεσε να ξεχωρίσει τις χρωματιστές ομπρελίτσες που είχε καρφωμένες στα μαλλιά και τα ψιλά γραμματάκια πάνω στην αγαπημένη της κούπα που κράταγε επιδεικτικά μπροστά στην κάμερα.

Πέφτοντας να κοιμηθεί, το μυαλό της λες και είχε σταματήσει. Δεν ήξερε πια τί να σκεφτεί και τί να κάνει. Η τελευταία της σκέψη ήταν η ευχή η επόμενη μέρα που θα ξημερώσει να της παρουσιάσει μια λύση.

Ο ήλιος του πρωινού έκανε την πόλη να φαίνεται πιο λαμπερή. Τρέχοντας απο το τρένο στο λεωφορείο, και γυρίζοντας το click wheel στο κατάλογο με τους καλλιτέχνες, άρχισε να τραγουδάει το ρεφρεν. Το είχε στείλει αρκετές φορές σε άλλους, κάποια στιγμή έπρεπε να στο στείλει και στον εαυτό της.
And nobody knows what's gonna happen tomorrow

Εν αναμονή λοιπόν...

ΥΓ1 Εκείνο το φορτηγό αργεί πολύ να περάσει.

ΥΓ2 Ναι, η Κούλα είναι η ηρωίδα.

12.3.08

repeat

boomp3.com

Θυμάσαι τότε, πριν χρόνια αρκετά, όταν κυκλοφόρησε, που το πρωτοέπαιξε ο Περάκης στην εκπομπή του;
Του άρεσε τόσο πολύ που το ξαναβαλε, δυο φορές στη σειρά...



4.3.08

C' est quelle page? Oh, c' est la cent vingt-trois


Μια ψυχή που είναι να βγει, ας βγει...Με έχουν καλέσει ήδη o street spirit και η joan, και πριν τριτώσει το κακό, ανεβάζω τη δική μου σελίδα 123 (εντάξει ma petite;)

Άπλωσα λοιπόν το χέρι στην κρεββατοβιβλιοθήκη (το μέρος του κρεββατιού δίπλα απο το μαξιλάρι, στο οποίο στοιβάζονται τα βιβλία που διαβάζω - πότε θα πέσουν να με πλακώσουν ενώ θα κοιμάμαι δεν ξέρω) και έπιασα το Συμπόσιο του Πλάτωνα. Πρέπει να έχει μείνει εκεί απο το καλοκαίρι, καθώς απ' όταν γύρισα απο την Πάτρα τα βιβλία τα βάζω στην παραπλεύρως - του - κρεββατιού - βιβλιοθήκη, aka ενα χάρτινο κουτί με συρτάρια πάνω στο οποίο υπάρχει μια δεύτερη στοίβα με βιβλία. Κι αφού σας ξενάγησα στο κρεββάτι μου και τη γύρω περιοχή, ας μπω στο θέμα.

Είμαστε στο διάλογο Διοτίμας - Σωκράτη όπου η πρώτη υποστηρίζει οτι ο έρωτας δεν είναι έρωτας για το ωραίο αλλά για τη γέννηση και τον τοκετό μέσα στο ωραίο (έχω την εντύπωση οτι χαλάω το παιχνίδι με τις πληροφορίες που δίνω για το τί έχει προηγηθεί στην πλοκή του βιβλίου). Διαβάζουμε λοιπόν,

Γιατί λοιπόν για τη γέννηση; Γιατί είναι κάτι αναγκαίο και αθάνατο για τον θνητό η γέννηση. Και είναι αναγκαίο όπως βγαίνει απο αυτά που συμφωνήσαμε, οτι και ο πόθος της αθανασίας πρέπει να συνυπάρχει με τον πόθο του καλού, αν έρωτας είναι η επιθυμία να έχεις το καλό παντοτινά δικό σου.

Αυτά λοιπόν απο το Σωκράτη, και μιας και το 'φερε η κουβέντα, όσοι δεν έχετε διαβάσει την Απολογία του να πάτε να την αγοράσετε τ ώ ρ α.


Οι κανόνες του παιχνιδιού είναι:

1. Πιάσε το βιβλίο που βρίσκεται πιο κοντά σε σένα.
2. Άνοιξε το βιβλίο στη σελίδα 123 (αν το βιβλίο διαθέτει λιγότερες από 123 σελίδες, άφησέ το και πήγαινε στο επόμενο κοντινότερο).
3. Βρες την πέμπτη περίοδο (=από τελεία σε τελεία, αν θυμάσαι) της σελίδας.
4. Ανάρτησε τις επόμενες τρεις περιόδους (δηλ. την έκτη, την έβδομη και την όγδοη).
5. Ζήτα από πέντε ανθρώπους να κάνουν το ίδιο.


Ποιοί να 'ναι αυτοί οι πέντε τώρα; Ας πώ τη Gogo, τον Τεο που ξαναγύρισε, την Georgia που δε λέει να γυρίσει, τον Sunday που το καλό που του θέλω να ξαναγυρίσει, και τέλος την Pixelicious που πολύ θα 'θελα να μάθω τί διαβάζει στη bella Italia (τα παραπονά σας στη joan που επέμενε να παίξω :P)